Το φυσικό της τοπίο είναι εκείνο που τη χαρακτήρισε και της χάρισε το όνομά της, το οποίο διατηρεί από την αρχαιότητα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η ρίζα «σκιά-» προέρχεται από τα πολλά δάση που σκεπάζουν το νησί. Η Σκιάθος κατοικήθηκε αδιάλειπτα από τον 10ο π.Χ. αιώνα. Από τους Ενετούς και τους Ολλανδούς περιηγητές και χαρτογράφους μέχρι τους παραθεριστές και τη ραγδαία τουριστική ανάπτυξη γοητεύει, σταθερά, όσους τη γνωρίζουν.

Τη Σκιάθο κανείς την ανακαλύπτει –ή καλύτερα την «κατακτά»– όταν αποφασίσει να γνωρίσει τα μυστικά της. Φτωχές είναι οι λέξεις μπροστά στο μοναδικό αυτό νησί, το μόνο στην Ελλάδα του οποίου τα δύο τρίτα της έκτασης έχουν χαρακτηριστεί «Αισθητικά δάση ιδιαίτερου φυσικού κάλλους», με παραλίες και ακτογραμμή-μνημεία της φύσης. Ανάμεσά τους είναι τα Λαλάρια, οι Κουκουναριές και το Μαντράκι, μερικές πολύβουες και κοσμικές, αλλά οι περισσότερες από τις 67 ανέγγιχτες από τον χρόνο και τον άνθρωπο και ήσυχες ακόμη και στην καρδιά του καλοκαιριού. Οι ακτές της καλύπτουν σχεδόν την περίμετρο του νησιού, αλλού αμμώδεις, με μαύρη ή χρυσή άμμο, αλλού με βότσαλα, ποικιλόχρωμα ή λευκά, με απότομες ξέρες και πολύχρωμα φύκια, και νερά κρυστάλλινα σαν ακρογιαλιές της Οδύσσειας...

Η Σκιάθος έχει ενδοχώρα μαγευτική και δίκτυο μονοπατιών σχεδόν 200 χλμ., που περνά μέσα από ρεματιές παραμυθένιες, με ρυάκια και καταρράκτες και σειρές πλατάνων, αλλά και από μοναστήρια, βυζαντινά μνημεία και ξωκλήσια ταπεινά στο ανθρώπινο μέτρο, καταλήγοντας σε ρόδινα ακρογιάλια.

Αναπάντεχα ενδιαφέρουσα είναι η Σκιάθος των μνημείων, τα οποία άφησε πίσω του ο άνθρωπος. Ανάμεσα στους πιο σημαντικούς τόπους-μνημεία είναι η Κεφάλα και το Κάστρο. Η Κεφάλα, η μοναδική έως τώρα γνωστή θέση των πρώιμων ιστορικών χρόνων στις Σποράδες, ιδιαίτερης σπουδαιότητας, κατοικήθηκε από τον 10ο αιώνα π.Χ., από την πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά των πρώιμων ιστορικών χρόνων.

Στο πιο βόρειο άκρο του νησιού δεσπόζει το Κάστρο, στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι Σκιαθίτες στα μέσα του 14ου αιώνα, εγκαταλείποντας τη σημερινή πόλη, για να σωθούν από τις πειρατικές επιδρομές των Τούρκων και των Ενετών. Το αποτύπωμα των κατοίκων της, ωστόσο, διατηρήθηκε ζωντανό στο πέρασμα του χρόνου μέσα από τα γραφικά ξωκλήσια και τα οχυρωματικά έργα.

Κάνοντας έναν περίπατο στην πόλη της, θα ήταν απολαυστικό να «χαθείτε» στην περιοχή Πλάκες, στην οποία δεσπόζουν τα «καπετανόσπιτα» και τα γραφικά λιθόστρωτα, κηρυγμένα διατηρητέα. Μια στάση στο Σπίτι-Μουσείο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη είναι επιβεβλημένη, όπως και στο Μπούρτζι, το ακρόπρωρο της Σκιάθου, όπου στεγάζεται το Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης, μέσα από τις συλλογές του οποίου παρακολουθεί κανείς τη σπουδαία ναυπηγική και ναυτική ιστορία του νησιού.

Κι αν οι έξωθεν καλές μαρτυρίες αποτελούν προϋπόθεση για να την επισκεφθείτε, αυτές του Σεφέρη και του Ελύτη σε αφήνουν ενεό: ο Γιώργος Σεφέρης επισκέπτεται τη Σκιάθο το 1930 και γράφει στις «Μέρες Α’» (Εκδόσεις Ίκαρος 2003): «Σήμερα τ’ απόγευμα, βρέθηκα σε μια μικρή ακρογιαλιά. Μια ίσια γραμμή ο ορίζοντας πέρα, μια βάρκα μικρή αραγμένη και, μπροστά μου, τα βότσαλα σχηματισμένα από το κύμα, καθένα με τη δική του φυσιογνωμία, σαν τους ανθρώπους. Απέραντη γαλήνη…».

Σαράντα εννέα χρόνια μετά, όταν ο Οδυσσέας Ελύτης επισκέφθηκε τη Σκιάθο, εμπνεύστηκε από τη φυσική ομορφιά της και δημιούργησε ένα κολάζ από τοπία της, με τίτλο «Οπτασία». Στη μελέτη του δε με τίτλο «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη» (Εκδόσεις Ύψιλον 1996) αναφέρει: «Κι εδώ συλλογιέται κανείς πώς αυτά τα εξήντα περίπου τετραγωνικά χιλιόμετρα με τις τρεις χιλιάδες ψυχές έφτασαν ν’ αποκτήσουν τη σημασία ολόκληρης ηπείρου». Η εμπειρία του Ελύτη όταν βρέθηκε στη γαλάζια σπηλιά της Σκιάθου πέρασε στην αιωνιότητα μέσα από την περιγραφή του: «Την ώρα που η μικρή βάρκα μπαίνει στη θαλασσοσπηλιά, κι από το εκθαμβωτικό φως, άξαφνα βρίσκεσαι κλεισμένος μέσα σε μια παγωμένη γαλαζοπράσινη μέντα» («Ο Μικρός ναυτίλος»-Εκδόσεις Ίκαρος 1985).

Και μπορεί οι νομπελίστες να βρήκαν τις λέξεις να την περιγράψουν, η βιωματική εμπειρία, ωστόσο, ξεπερνά τις γλαφυρές περιγραφές. Η Σκιάθος, που μόλις διαβάσατε, η γοητευτική και γεμάτη αντιθέσεις, είναι σε ένα μεγάλο μέρος της όπως την άφησε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και όπως την περιγράφει στα διηγήματά του. Αυτήν τη Σκιάθο αξίζει να τη γνωρίσετε, αλλά δεν σας δοθεί εύκολα, θέλει προσπάθεια, όπως όλα όσα αξίζουν…

Στη Σκιάθο η νέα δημοτική αρχή έχει βάλει στόχο να αναπτύξει δυναμικά θεματικές μορφές τουρισμού

Πέρα από διακοπές «κλασικού τύπου» με βουτιές σε 67 εξαίσιες καταγάλανες παραλίες, βόλτες σε γραφικά σοκάκια αλλά και έντονη νυχτερινή ζωή,  το νησί αποτελεί πλέον έναν προσφιλή τουριστικό προορισμό και για όσους επιθυμούν να πραγματοποιήσουν εναλλακτικές διακοπές, αναζητώντας εκτός από την ξεκούραση και την απόλαυση των αξιοθέατων και τη μοναδική εμπειρία, που προσφέρουν η φύση και τα «προϊόντα» της, ο θρησκευτικός πολιτισμός της αλλά και οι εξειδικευμένες υποδομές της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας.

Το νησί προσφέρεται για τους funs της θέασης αεροπλάνων (planespotting), για θαλάσσιο τουρισμό (ιστιοπλοΐα, ναύλωση σκαφών, ταξίδια με κρουαζιέρες). Οι λάτρεις της περιπέτειας θα απολαύσουν καταδύσεις στον μαγευτικό βυθό της Μεσογείου. Υπάρχουν εξάλλου περισσότερα από 300 είδη ψαριών στα νησιά των Σποράδων και ανάμεσα τους σπάνια κόκκινα κοράλλια.

Οι λάτρεις της φύσης και της πεζοπορίας μπορούν μέσα από 25 διαδρομές συνολικού μήκους 197 χλμ. (με σηματοδοτημένα μονοπάτια διάρκειας 1 έως 6 ωρών) να ανακαλύψουν το παρθένο φυσικό περιβάλλον, ειδυλλιακά σημεία που προσφέρουν υπέροχη πανοραμική θέα του νησιού αλλά και σημεία ιδανικά για ξεκούραση ή και πικνίκ. Η παραλία των Κουκουναριών εκτός από τα καταγάλανα, πεντακάθαρα νερά φημίζεται και για το δάσος της που φτάνει σχεδόν μέχρι τη θάλασσα αλλά και τη λιμνοθάλασσα Στροφυλιά (που βρίσκεται μέσα σε αυτό), έναν σπάνιο υδροβιότοπο, ο οποίος είναι σήμερα προστατευόμενη περιοχή.

Τη φετινή χρονιά με τη συμμετοχή στις Γαστρονομικές Κοινότητες με την πρωτοβουλία του Δήμου του νησιού και την υποστήριξη των επαγγελματιών της εστίασης μπήκε η βάση για την εξέλιξη του γαστρονομικού τουρισμού.

Η Σκιάθος είναι ένα σύγχρονο νησί, όμως καταφέρνει να διατηρεί ήθη και έθιμα αιώνων. Και, μάλιστα, τα περισσότερα από αυτά δεν τα παρουσιάζει σαν κάποιο αξιοθέατο αλλά τα έχει προσαρμόσει στην καθημερινότητα των κατοίκων και των επισκεπτών. Το Πάσχα στo νησί «του αγίου των ελληνικών γραμμάτων», είναι μυστικιστικό και κατανυκτικό. Σε αντίθεση με τα περισσότερα μέρη στην Ελλάδα, η Ακολουθία του Επιταφίου ξεκινά στη 01:00 μετά τα μεσάνυχτα, ενώ η περιφορά του αρχίζει στις 03:00 το πρωί. Σε μια κατανυκτική και συγκινητική ατμόσφαιρα, η λιτανεία περνάει από όλα τα καλντερίμια της Χώρας, ανάμεσα από τα φωταγωγημένα σπίτια. Ένας τελάλης, ο «προεξάρχοντας», απαγγέλλει δυνατά τους θρηνητικούς ψαλμούς, ενώ οι ψάλτες και οι πιστοί ακολουθούν ψάλλοντας και κρατώντας τα αναμμένα τους κεριά.

Στο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Λαμπριάτικος ψάλτης» μετά από μια μεγάλη εισαγωγή σε θέματα συγγραφής, θρησκευτικότητας και ηθών, ο συγγραφέας εισάγει το θέμα του διηγήματός του. Πρόκειται για μια περιγραφή γεγονότων που έλαβαν χώρα το Μεγάλο Σάββατο σε μια λειτουργία της Ανάστασης. Η περιγραφή αφορά επίσης τη Θεία Λειτουργία καθώς και των εθίμων που πραγματοποιούνται τη μέρα αυτή. Όλα αυτά τα στοιχεία δίνουν άλλες διαστάσεις σε ένα πασχαλινό διήγημα που γεννά αναμνήσεις σε όλους. Αυτός πιθανόν να είναι και ο στόχος του Παπαδιαμάντη. Να μεταδώσει τη βαθιά θρησκευτική κατάνυξη των εορτών αλλά και τα στοιχεία του Πάσχα που έλειπαν από την Αθήνα.

www.skiathos.gr

 

__________________________________________________
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ | PRESENTATION