When the music’s over…
Δεκαετία ’50. Το κίνηµα των µπίτνικ εναντιώνεται στην τάξη, την ασφάλεια και την καθωσπρέπεια της µικροαστικής Αµερικής, φυτεύοντας τον σπόρο της περιθωριακής κουλτούρας των 60s. Είναι τότε που ανθίζουν στις σπηλιές των Ματάλων κάτι περίεργοι τύποι, οι µπίτνικ και µετέπειτα χίπις – όλοι τους επαναστάτες µε αίτιο µια ζωή µε ουσία. Οι ανήσυχοι νεολαίοι µε τη σπουδαία παιδεία και τις αξιοζήλευτες γνώσεις –πολλοί από αυτούς ήταν απόφοιτοι του Harvard– δεν θέλουν να έχουν καµία σχέση µε τον µίζερο και καταναλωτικό τρόπο ζωής. Τα παιδιά των λουλουδιών κάνουν την κάθε σπηλιά σπίτι, τη φωτίζουν µε λάµπες πετρελαίου, φορούν παρδαλά ή και καθόλου ρούχα, τραγουδούν ροκ µπαλάντες, δουλεύουν στα χωράφια του κάµπου για λίγα χρήµατα, τρώνε ό,τι ψαρεύουν, κολυµπούν στην ελευθερία.
Οι χωρικοί δεν ενοχλούνται. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια υψηλά ιστάµενα πρόσωπα και µία πλευρά του Τύπου που ζητούν επίµονα την αποµάκρυνση των «χυδαίων» και «ανισόρροπων» αυτών τύπων από την περιοχή. Τα νέα ταξιδεύουν στην Αθήνα κι από εκεί στο εξωτερικό. Τον Ιούλιο του 1968 το περιοδικό «Life» κυκλοφορεί µε εξώφυλλο ένα νεαρό ζευγάρι σε κάποια σπηλιά των Ματάλων. Το εξαιρετικό ρεπορτάζ του Thomas Thompson και οι εκπληκτικές φωτογραφίες του Denis Cameron γνωστοποιούν στους απανταχού χίπις τον επίγειο παράδεισο µε τις προϊστορικές σπηλιές και, µέσα σε µία ηµέρα, τα Μάταλα γίνονται γνωστά σε ολόκληρη την υφήλιο. Το µέχρι τότε άσηµο ψαροχώρι υποδέχεται, πλέον, στις σπηλιές του στρατιές από χίπις.
Όσο το κίνηµα µεγαλώνει, τόσο αυξάνονται και οι φωνές της εκάστοτε ηγεσίας που το πολεµούν. Η αστυνοµία ξεκινά τις αιφνιδιαστικές επιχειρήσεις, οι εφηµερίδες δηµοσιεύουν προβοκατόρικα άρθρα, η Εκκλησία µιλάει για «το κακό δέντρο του χιπισµού», που πρέπει να ξεριζωθεί πριν µπουν στη σκιά του τα παιδιά της Κρήτης. Επικρατεί κλεφτοπόλεµος µέχρι τις αρχές του ’70, όταν ο Κρητικός Στέλιος Ξαγοραράκης, ιδιοκτήτης του διάσηµου καφενείου Mermaid Café, µιλά στον Τύπο µε τα καλύτερα λόγια για τους χίπις, υποστηρίζοντας πως ο πόλεµος εναντίον τους θα καταστρέψει τουριστικά το νησί. «Παύσατε πυρ», γράφουν οι εφηµερίδες, το κλίµα αλλάζει, επικρατεί νηνεµία – έτσι όπως συµβαίνει πάντα πριν από τη µεγάλη καταιγίδα.
Παρότι η Ελλάδα βρίσκεται την εποχή εκείνη σε καθεστώς δικτατορίας, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν παίρνει αρχικά θέση για το ζήτηµα των Ματάλων. Αν και το θέαµα του φαίνεται αποκρουστικό, φοβάται πως µία επιχείρηση-σκούπα θα τραβούσε απότοµα τη «δηµοκρατική» του περιβολή, η οποία τελικά θα υποχωρήσει κάτω από την πίεση του τοπικού κλήρου. Είναι Μάιος του ’70, όταν οι χωροφύλακες εισβάλλουν στα Μάταλα συλλαµβάνοντας τους περισσότερους χίπις. Μολονότι οι σπηλιές θα κλείσουν οριστικά στα πρώτα χρόνια της µεταπολίτευσης, γύρω στο 1977, το τοπίο έχει πλέον αλλάξει. Οι σπηλιές έχουν σχεδόν αδειάσει, τα τραγούδια έχουν πάψει και το όνειρο έχει τελειώσει…
YOU MAY ALSO LIKE
Guardians of Tradition
Countryside Charm
THE SACRED MOUNTAIN